Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Παγανιστικός Χριστιανισμός (?) - Μέρος Β: Η λατρεία

Συνεχίζω την μελέτη του βιβλίου "Pagan Christianity?" και αυτή την φορά ακολουθεί η περίληψη για το θέμα της Κυριακάτικης λατρείας.

Ψάχνοντας ολόκληρη την Βίβλο δεν θα μπορέσει κανείς να βρει οτιδήποτε που να μοιάζει με την λατρεία της Κυριακής. Και αυτό γιατί η λατρεία όπως την ξέρουμε δεν έχει καμία σχέση με τις συγκεντρώσεις λατρείας των Χριστιανών του 1ου αιώνα. Στις συναντήσεις λατρείας υπήρχε αυθορμητισμός, ελευθερία, ζωηρότητα, ανοιχτή συμμετοχή για κάθε μέλος. Η λατρεία ήταν δυναμική και όχι μια τυπική τελετή. Το ακριβώς ανάποδο από την λατρεία όπως την γνωρίζουμε σήμερα. Η λατρεία της Εκκλησίας του 1ου αιώνα ήταν κάτι το μοναδικό για την κουλτούρα της εποχής.

Η λατρεία όπως την γνωρίζουμε στον προτεσταντικό κόσμο έχει τις ρίζες της στην καθολική λατρεία του Μεσαίωνα η οποία με την σειρά της υιοθέτησε πολλά στοιχεία του αρχαίου Ιουδαϊσμού και του παγανισμού. Ουσιαστικά η καθολική λειτουργία αποτελεί ένα μείγμα παγανιστικών και Ιουδαϊκών τελετών ραντισμένο με καθολική θεολογία και χριστιανικό λεξιλόγιο. Οι καθολικοί λοιπόν άρχισαν να χρησιμοποιούν τα άμφια των παγανιστών, την χρήση αγιασμένου ύδατος σε τελετές καθαγιασμού, το άναμμα κεριών σε τελετές, τον κανόνα τους που προήλθε από τον Ρωμαϊκό νόμο και τέλος τον τίτλο του Ποντίφικα και μια σειρά από παγανιστικές τελετές. Η ύψιστη θέση στην καθολική λειτουργία ανήκε στην Ευχαριστία (ή Κοινωνία ή Δείπνο του Κυρίου). Όλα κορυφώνονταν όταν ο ιερέας έκοβε τον άρτο και τον μοίραζε στον κόσμο. Η προσφορά  της Ευχαριστίας αποτελούσε την επανάληψη της θυσίας του Ιησού (από την εποχή του Γρηγορίου του Μέγα η καθολική εκκλησία δίδασκε ότι σε κάθε Ευχαριστία ο Χριστός θυσιαζόταν εκ νέου).

Η συμβολή του Λούθηρου
Ο Λούθηρος κατά την μεταρρύθμιση μετατόπισε το κέντρο της λειτουργίας από την Ευχαριστία στο κήρυγμα. Κατά αυτόν τον τρόπο ο άμβωνας έγινε ο θρόνος του προτεστάντη ποιμένα. Ουσιαστικά η λειτουργία του Λούθηρου είναι μία απλοποιημένη καθολική με μετατόπιση του κέντρου της λειτουργίας στο κήρυγμα. Αυτός είναι που εισήγαγε και την ανάγνωση των εδαφίων από την Α' Κορινθίων των σχετικών με το δείπνο. Οι κυριότερες αλλαγές που πραγματοποίησε ο Λούθηρος λοιπόν στην καθολική λειτουργία είναι: α) η γλώσσα από τα Λατινικά γύρισε στην καθομιλουμένη που καταλάβαινε ο κόσμος, β) το κήρυγμα πήρε κεντρική θέση, γ) εισήγαγε την ψαλμωδία από τους πιστούς, γ) διέγραψε την διδαχή περί εκ νέου θυσίας του Χριστού, ε) επέτρεψε την συμμετοχή όλων των πιστών στο δείπνο.
Παρότι ο Λούθηρος έκανε λόγο για την ιεροσύνη κάθε πιστού, ποτέ δεν κατάργησε τους κληρικούς.
Η σειρά της λειτουργίας λοιπόν κατά τον Λούθηρο έχει ως εξής:
Ψαλμωδία - Προσευχή - Κήρυγμα - Μήνυμα προς τους πιστούς - Δείπνο - Ψαλμωδία - Προσευχή μετά το δείπνο - Ευλογία

Η συμβολή του Ζβίγκλι
Ο Ζβίγκλι ήταν αυτός που τοποθέτησε το τραπέζι της κοινωνίας στον χώρο και από αυτό μεταφέρονταν στους πιστούς ο άρτος και ο οίνος με ξύλινους δίσκους και ποτήρια. Επίσης συνιστούσε το δείπνο να γίνεται 4 φορές τον χρόνο. Τόνισε ιδιαίτερα την σημασία της ανάμνησης για το δείπνο και ότι το ψωμί και το κρασί δεν ήταν παρά απλά σύμβολα του σώματος και αίματος του Χριστού. Κατά τα υπόλοιπα στοιχεία η λειτουργία του Ζβίγκλι δεν διέφερε από αυτήν του Λούθηρου.

Η συμβολή του Καλβίνου
Οι Καλβίνος, Νοξ, και Μπούσερ ήταν αυτοί που εισήγαγαν την συγκέντρωση των χρημάτων μετά το πέρας του κηρύγματος. Ο Καλβίνος αφαίρεσε από την λειτουργία του όλα τα μουσικά όργανα και τις χορωδίες, η ψαλμωδία γινόταν πάντα a capella. Συνέβαλλε σε σημαντικό βαθμό ο Καλβίνος στο να υιοθετούν οι πιστοί το μελαγχολικό ύφος.
Ο Μπούσερ πριν την λειτουργία έκανε ανάγνωση των 10 εντολών με σκοπό να δημιουργήσει το αίσθημα σεβασμού.
Η λειτουργία του Καλβίνου είχε ως εξής:
Προσευχή - εξομολόγηση - ψαλμωδία - προσευχή για φώτιση από το Πνεύμα στο κήρυγμα - Κήρυγμα - συλλογή ελεημοσύνης - γενική προσευχή - Κοινωνία (όταν υπήρχε) συνοδεία ψαλμωδίας - Ευλογία.
Το μοντέλο που ακολουθήθηκε ήταν αυτό των Πατέρων του 3ου έως 6ου αιώνα οι οποίοι όμως ήταν ήδη πολύ επηρεασμένοι από λειτουργικά και τελετουργικά έθιμα. Οι Πατέρες της περιόδου εκείνης αντιπροσωπεύουν τις πρώιμες ημέρες των καθολικών και δυστυχώς δεν προτιμήθηκε η επιστροφή στις ρίζες της εκκλησιαστικής λατρείας όπως την βλέπουμε στην Καινή Διαθήκη.

Η συμβολή των Πουριτανών
Οι Πουριτανοί άφησαν το στίγμα τους στην λειτουργία αφαιρώντας τα ειδικά άμφια από τους κληρικούς, τις εικόνες, τα όργανα, την ανάγνωση γραμμένων κηρυγμάτων. Μας κληροδότησαν όμως την μακρά προσευχή πριν το κήρυγμα. Σε ένα κήρυγμα Κυριακής η προσευχή αυτή μπορούσε να διαρκέσει έως και μία ώρα σε αρκετές περιπτώσεις.
Το κήρυγμα έφτασε στο Ζενίθ του. Επειδή το ένιωθαν υπερφυσικό (καθόσον ήταν για αυτούς ο κύριος τρόπος για να μιλήσει ο Θεός στον λαό Του) οι Αμερικάνοι Πουριτανοί φτάνανε σε σημείο να τιμωρούν τα μέλη εκείνα που έχαναν κάποιο κήρυγμα. Σε κάποιες συγκεντρώσεις επιτρεπόταν να μιλήσουν οι πιστοί μετά το κήρυγμα και ο ποιμένας απαντούσε στις ερωτήσεις. Σύντομα όμως αυτή η πρακτική εξαλείφθηκε.
Η λειτουργία των Πουριτανών είχε ως εξής: Κλήση για λατρεία - Εναρκτήρια προσευχή - ανάγνωση γραφής - Ψαλμωδία - Προσευχή πριν το κήρυγμα - Κήρυγμα - Προσευχή μετά το κήρυγμα - Κοινωνία (όταν υπήρχε ο διάκονος ευλογούσε τον άρτο και οίνο και τα έδινε στον κόσμο).
Η λειτουργία όπως την καθόρισαν οι Πουριτανοί εξαπλώθηκε και σε άλλα δόγματα. Συγκεκριμένα οι Ελεύθερες Εκκλησίες έχουν το τελετουργικό του "σάντουιτς ύμνων" που μοιάζει πολύ με την λειτουργία των ευαγγελικών εκκλησιών σήμερα: 3 ύμνοι - ανάγνωση Γραφής - Χορωδιακή μουσική - Προσευχές ενότητας - Προσευχή Ποιμένα - Κήρυγμα - Προσφορά χρημάτων - Ευλογία.

Η συμβολή των Μεθοδιστών
Οι Μεθοδιστές είναι αυτοί που καλούσαν τους πιστούς να ψέλνουν με σφρίγος και ένθερμα και κατά αυτόν τον τρόπο αποτέλεσαν τους προγόνους των Πεντηκοστιανών. Όπως και οι Πουριτανοί, πρόσθεσαν την προσευχή προ του κηρύγματος. Επίσης σε αυτούς οφείλεται η συνήθεια της απογευματινής συνάθροισης της Κυριακής.
Κατά τον 18ο και 19ο αιώνα στην Αμερική άλλαξε ο σκοπός του κηρύγματος. Ο μόνος σκοπός για το κήρυγμα ήταν η μεταστροφή των χαμένων ψυχών.
Στο επίπεδο της μουσικής η σύνθεσή της ήταν τέτοια που να ξυπνά μια συναισθηματική απάντηση στο μήνυμα της σωτηρίας μαλακώνοντας τις καρδιές των αμαρτωλών.
Τον 18ο αιώνα προστέθηκε μπροστά από τον άμβωνα "ο πάγκος των πενθούντων" όπου οι αμαρτωλοί και οι άγιοι με ανάγκες πήγαιναν για να λάβουν τις προσευχές των διακόνων. Τον πάγκο αυτό τον αφαίρεσε ο Charles Finney και προτίμησε να καλεί τους αμαρτωλούς μπροστά για να λάβουν τον Χριστό. Έτσι τον 19ο αιώνα εδραιώθηκε η "κλήση στον άμβωνα".
O Finney άφησε επίσης ως κληροδότημα τον πραγματισμό. Πρόκειται για την φιλοσοφία που κηρύττει ότι αν κάτι εν τέλει λειτουργεί, θα πρέπει να το χρησιμοποιήσουμε χωρίς ηθικούς δισταγμούς. Δίδασκε ο Finney ότι ο μόνος σκοπός του κηρύγματος ήταν να κερδηθούν χαμένες ψυχές και κάθε μέσο για τον σκοπό αυτό ήταν δεκτό. Το κακό με τον πραγματισμό είναι ότι καλλιεργεί το "ο σκοπός αγιάζει τα μέσα". Τα επιθυμητά αποτελέσματα δεν εξαρτώνται τόσο από τον Θεό όσο από τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται.

Η συμβολή του D.L.Moody
Το ευαγγέλιο του Moody είχε ως επίκεντρο την σωτηρία των αμαρτωλών. Το κήρυγμά του είχε ως μόνο ενδιαφέρον την ατομική σωτηρία. Στην λατρεία εισήγαγε τον έναν και μόνο ύμνο μετά το κήρυγμα κατά την διάρκεια του οποίου ο κόσμος ερχόταν μπροστά για να λάβει τον Χριστό. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που ζητούσε από όσους ήθελαν να σωθούν να κάτσουν όρθιοι στην θέση τους και να οδηγηθούν στην "προσευχή του αμαρτωλού".
Ο Moody υιοθετώντας την διδασκαλία των Plymouth Brethren, ότι ο Χριστός μπορεί να επιστρέψει από στιγμή σε στιγμή πριν την μεγάλη θλίψη, γέννησε την ιδέα ότι οι Χριστιανοί πρέπει να δράσουν γρήγορα για να σώσουν όσες το δυνατόν περισσότερες ψυχές πριν το τέλος του κόσμου.

Η συμβολή των Πεντηκοστιανών
Περί το 1906 κατά την γέννηση του Πεντηκοστιανού κινήματος σημειώθηκε μια πολύ πιο συναισθηματική έκφραση της ψαλμωδίας στην συνάθροιση. Οι πιστοί μπορούσαν να σηκώνουν τα χέρια, να χορεύουν, να χειροκροτούν, να γλωσσολαλούν, να χρησιμοποιούν ταμπούρλα. Εντούτοις και πάλι, παρόλη την μεγαλύτερη ελευθερία των πιστών στα καθίσματα, η δομή της λειτουργίας παραμένει πολύ όμοια με αυτήν των υπόλοιπων Προτεσταντικών ομάδων. Το ενδιαφέρον κατά την ψαλμωδία, λοιπόν, είναι ότι αυτή μπορεί να τονιστεί από γλωσσολαλιά , ερμηνεία γλωσσών ή λόγο προφητείας. Από την Πεντηκοστιανή παράδοση πήραμε την σόλο ή χορωδιακή μουσική κατά την διάρκεια της προσφοράς. Το κήρυγμα αποτελεί και εδώ την αποκορύφωση της συνάθροισης.

Το κοινό σε όλα τα παραπάνω είναι ότι δεν έχουν καμία βιβλική βάση. Ο κόσμος ποτέ δεν κατάφερε να απαλλαχθεί από τα δεσμά που κληρονομήθηκαν από τον Ρωμαϊκό Καθολικισμό. Οι Μεταρρυθμιστές δεν κατάφεραν παρά να αλλάξουν ελάχιστα την Καθολική λειτουργία. Δεν κατάφεραν να αφήσουν τον Ιησού Χριστό να είναι το κέντρο και η κορυφή των συγκεντρώσεων τους. Δεν κατάφεραν να ελευθερώσουν το σώμα του Χριστού ώστε να διακονεί ο ένας τον άλλον στις συνάξεις όπως οραματίζεται η Καινή Διαθήκη.
Η Προτεσταντική σειρά της λατρείας πνίγει τα μέλη του σώματος του Χριστού κλείνοντάς τους το στόμα. Δεν υπάρχει καμία ελευθερία για κάποιον να μοιραστεί μια ενόραση, να ξεκινήσει έναν ύμνο ή να οδηγήσει αυθόρμητα σε προσευχή. Δεν μπορείς να εμπλουτιστείς από τα άλλα μέλη του σώματος όπως και να τα εμπλουτίσεις εσύ ο ίδιος. Μπορείς μόνο να μιλήσεις κατά την διάρκεια της ψαλμωδίας και της προσευχής. Ακόμη και αν μίλαγες κατά την διάρκεια της λατρείας θα διέκοπτες την συνάθροιση και θα έπρεπε να συνετιστείς ή να αποχωρήσεις αφού θα ήσουν "εκτός τάξης".
Όλη η λειτουργία διεξάγεται από ένα άτομο, τον Ποιμένα. Που είναι η ελευθερία για τον Κύριο μας Ιησού Χριστό να μιλήσει διαμέσω του σώματός Του κατά την θέλησή Του; Πότε κατά την διάρκεια της λειτουργίας μπορεί ένας αδερφός ή αδερφή να μοιραστεί έναν λόγο που ο Θεός του έχει δώσει; Ο Χριστός μπορεί να εκφραστεί μόνο μέσω 1-2 ατόμων: του ποιμένα και του υπεύθυνου λατρείας.
Ο Προτεσταντικός τρόπος λατρείας ακρωτηριάζει το σώμα του Χριστού μετατρέποντάς το σε ένα μεγάλο στόμα (του ποιμένα) και πολλά μικρά αυτιά (των πιστών). Αυτό έρχεται σε παραβίαση της όρασης του Παύλου, κατά την οποία κάθε μέλος μέσα στην συγκέντρωση της Εκκλησίας λειτουργεί για το κοινό καλό. Η λατρεία στον Προτεσταντικό κόσμο, όπως την γνωρίζουμε, ενθαρρύνει την παθητικότητα, περιορίζει την ενεργητικότητα, υπαινίσσεται ότι μία ώρα την εβδομάδα είναι το κλειδί για μια νικηφόρα Χριστιανική ζωή. Η απολιθωμένη τελετουργία μας, που κακώς λέγεται "εκκλησία", δεν φαίνεται πουθενά στην Καινή Διαθήκη να έχει σχέση με την πνευματική μεταμόρφωση. Μεγαλώνουμε λειτουργώντας και συνεισφέροντας, όχι καθούμενοι παθητικά και ακούγοντας. Ας το δούμε καθαρά: δεν έχει καμία βιβλική βάση, είναι μη πρακτική, μη πνευματική.

Ο συγγραφέας περιγράφει μία συνάντηση πιστών, σαν αυτές στις οποίες παίρνει μέρος τα τελευταία 19 χρόνια. Κρίνω σκόπιμο (λόγω της αποδομητικής φύσεως των παραπάνω) να μεταφέρω και αυτήν την περιγραφή:
Τα τελευταία 19 χρόνια παίρνω μέρος σε ανοιχτές συναντήσεις πιστών. Οι συναντήσεις αυτές χαρακτηρίζονται από μεγάλη ποικιλία. Δεν υπάρχει κάποιο σχέδιο να ακολουθήσουμε. Υπάρχει αυθορμητισμός, δημιουργικότητα, φρεσκάδα. Σε μία πρόσφατη συνάθροιση είμασταν 30 άτομα σε ένα σπίτι. Αφού χαιρετηθήκαμε, κάποιοι από εμάς μαζευτήκαμε στο κέντρο και ξεκινήσαμε να ψέλνουμε. Ακολούθησαν σύντομα και οι υπόλοιποι. Όποιος αδελφός ήθελε ξεκινούσε κάποιον ύμνο, αυθόρμητα. Κάποιους από αυτούς τους ύμνους τους είχαν γράψει τα αδέρφια και τους μαθαίναμε εκείνη την ώρα. Κάποια αδέρφια προσευχόντουσαν μετατρέποντας τους στίχους των ύμνων σε προσευχές προς τον Κύριο. Ακολούθως μια αδερφή μας μίλησε για το τι της είχε δείξει ο Κύριος μέσα στην εβδομάδα, την ακολούθησε ένας αδερφός διαβάζοντας ένα τμήμα της Γραφής και δοξολογώντας τον Κύριο. Άλλος αδερφός είπε κάποια λόγια πάνω στην περικοπή που ακούσαμε. Η αδελφή που ακολούθησε έψαλε έναν ύμνο σχετικό με τα εδάφια που ακούσαμε. Σύντομα και πάλι όλοι ψέλναμε. Μια άλλη αδελφή θέλησε να διαβάσει ένα ποίημα που είχε γράψει για να δοξολογήσει τον Κύριο, το οποίο μάλιστα έδεσε υπέροχα με τα προηγούμενα. Ο ένας μετά τον άλλον σηκωθήκαμε και μοιραζόμασταν το τι μοιραστήκαμε με τον Κύριο μας την περασμένη εβδομάδα. Διδαχές, ενθαρρύνσεις, παρηγοριές, ποιήματα, ύμνοι, ομολογίες ακολουθούσαν το ένα το άλλο. Και τίποτα από όλα αυτά δεν είχε προγραμματιστεί ή σχεδιαστεί. Η συνάντηση ήταν τόσο ηλεκτρισμένη, έντονη, πλούσια. Κάποιος πράγματι είχε πάρει τον έλεγχο της συνάντησης, αλλά δεν ήταν άνθρωπος, δεν ήταν ένας ποιμένας, ήταν κάποιος αόρατος, ήταν ο Χριστός.

Προσωπικά εγώ ως Αλέξανδρος κάτι τέτοιο δεν το έχω βιώσει. Μεταφέρω απλά τα λόγια του αδερφού που έγραψε το βιβλίο αυτό. Και για να είμαι ειλικρινής ζηλεύω αυτό που περιγράφει.

Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

Παγανιστικός Χριστιανισμός (?) - Μέρος Α: Το κτίριο της Εκκλησίας

Ξεκίνησα να διαβάζω ένα βιβλίο (Pagan Christianity? των Frank Viola και George Barna) που αποκαλύπτει την παγανιστική προέλευση πολλών χαρακτηριστικών της σημερινής Εκκλησίας με απώτερο σκοπό να εντοπίσω τις ανθρώπινες παραδόσεις και να ελευθερωθώ από αυτές. Όταν ο Χριστός είπε "Ελάτε σε μένα γιατί το φορτίο μου είναι ελαφρύ" το πίστεψα. Και οι παραδόσεις που κουβαλάμε αιώνες τώρα, δεν συναντώνται στην Βίβλο (χωρίς να σημαίνει αυτό ότι είναι όλες κακές, οι περισσότερες όμως κινούνται αρκετά αντιβιβλικά), αφετέρου αποτελούν φορτίο το οποίο δεν έχει σχέση με την απόλυτη ελευθερία από την αμαρτία που σου χαρίζει ο Χριστός. Ακολούθως λοιπόν παρουσιάζω μια μικρή περίληψη του κεφαλαίου που αφορά την παγανιστική προέλευση των κτιρίων της Εκκλησίας.

Τα τρία χαρακτηριστικά στα οποία επικεντρωνόταν ο αρχαίος Ιουδαϊσμός ήταν: ο Ναός, η ιεροσύνη και οι θυσίες. Με την έλευσή του ο Χριστός έδωσε τέλος και στα τρία αυτά στοιχεία αφού όλα εκπληρώθηκαν στο πρόσωπό του. Ο Χριστός είναι ο ζωντανός Ναός, είναι ο αρχιερέας, είναι η τέλεια θυσία. Και εμείς ως σώμα του Χριστού στον κόσμο αυτό, είμαστε μέλη της Εκκλησίας του, ζωντανοί ναοί για το Άγιο Πνεύμα, ζωντανές πέτρες του Ναού.

Το επαναστατικό στοιχείο του Χριστιανισμού των τριών πρώτων αιώνων ήταν το παράδοξο γεγονός ότι οι ακόλουθοι του Χριστού δεν είχαν κάποιο ναό ή άλλο ιερό μέρος για να λατρεύουν τον Κύριό τους, όπως επίσης δεν είχαν ιερά αντικείμενα, δεν είχαν ιερείς, δεν κάνανε θυσίες. Οι ίδιοι οι πιστοί ήταν ναός Θεού και καθένας μέλος της Εκκλησίας του Χριστού. Στην Καινή Διαθήκη πουθενά δεν εμφανίζεται ο όρος "εκκλησία" να έχει την έννοια ενός συγκεκριμένου κτιρίου. Και πράγματι ήταν παράλογο για τους πιστούς τότε: Πώς μπορείς να πας σε κάτι που είσαι, σε κάτι του οποίου αποτελείς μέρος; Κάθε πιστός αναγνώριζε ότι ήταν ο ίδιος ιερέας του Θεού και ότι η μόνη αληθινή θυσία ήταν αυτή του Χριστού στον σταυρό. Ως θυσίες προσέφεραν μόνο τις πνευματικές: δοξολογία και ευχαριστία. Η εικόνα αυτή όμως άλλαξε δραματικά με την έλευση του Κωνσταντίνου στον θρόνο της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

Κατά τα τέλη του δευτέρου αιώνα οι Χριστιανοί είχαν υιοθετήσει το παγανιστικό έθιμο της ευλάβειας των νεκρών. Σκοπός ήταν το να τιμήσουν τους μάρτυρες του ευαγγελίου. Έτσι οι προσευχές ΓΙΑ τους αγίους ξεκίνησαν, και αργότερα μετατράπηκαν σε προσευχές ΠΡΟΣ τους αγίους. Άλλο παγανιστικό έθιμο που αντιγράφτηκε ήταν τα γεύματα προς τιμή των νεκρών. Επίσης ο χώρος που είχαν ενταφιαστεί οι "ιεροί" μάρτυρες άρχισε να θεωρείται "ιερή" τοποθεσία. Δεν άργησε έτσι να εισαχθεί στον Χριστιανικό κόσμο και το χτίσιμο μικρών βωμών ή και ναών πάνω από τους τόπους ταφής των μαρτύρων. Επαναλαμβάνω ότι όλα αυτά τα στοιχεία ήταν συνηθισμένα στους παγανιστές και ειδωλολάτρες τότε Έλληνες και Ρωμαίους. Επειδή όμως ενός κακού μύρια έπονται, σύντομα ακολούθησε και η απόδοση τιμών στα λείψανα των μαρτύρων.

Τα πρώτα κτίρια εκκλησιών ξεκίνησαν περί το 324 μ.Χ. με εντολή του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου. Ο άνθρωπος αυτός παρόλη τον εναγκαλισμό με την Χριστιανισμό, ποτέ δεν σταμάτησε να λατρεύει τον θεό Ήλιο. Για τιμή αυτού του θεού άλλωστε θέσπισε την "ημέρα του Ήλιου" ημέρα άγια μέσα στην εβδομάδα (πρόκειται για την έβδομη ημέρα της εβδομάδας, την Κυριακή ή αγγλιστί Sunday). Επίσης ο Κωνσταντίνος μέχρι το τέλος της ζωής του διατήρησε τον τίτλο Pontifex Maximus, τίτλος που σημαίνει "αρχιερέας των παγανιστών", τίτλος που αργότερα υιοθετήθηκε από τον Πάπα. Από την μητέρα του Ελένη ο Κωνσταντίνος έλαβε τα μαθήματα κυνηγιού ιερών αντικειμένων και λειψάνων και υπό την επιρροή του η καπηλεία των λειψάνων γνώρισε μεγάλη άνθηση στην εκκλησία. Η Ελένη είναι αυτή που ισχυρίστηκε ότι βρήκε στην Ιερουσαλήμ τον σταυρό στον οποίο σταυρώθηκε ο Χριστός, και ο Κωνσταντίνος αργότερα ισχυρίστηκε ότι το ξύλο από τον σταυρό αυτό κατείχε ιδιαίτερες πνευματικές δυνάμεις.
Ο Κωνσταντίνος λοιπόν είναι αυτός που ξεκίνησε την ανέγερση πολυτελών ναών για τους Χριστιανούς, όπως ακριβώς οι παγανιστές είχαν ναούς για τους θεούς τους. Επίσης οι ναοί χτίστηκαν πάνω από σημεία ταφής μαρτύρων και αγίων που ήδη από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα τα θεωρούσε ο κόσμος ιερές τοποθεσίες. Οι ναοί τέλος φέρανε το όνομα του αγίου στην τιμή του οποίου χτίστηκαν - έθιμο άκρως παγανιστικό (οι παγανιστές είχαν κάθε ναό αφιερωμένο σε μία ξεχωριστή θεότητα). Η λογική της σχεδίασης των ναών ακολούθησε φυσικά παγανιστικές οδούς. Το κτίριο αυτό καθαυτό ήταν ιερός τόπος και όσοι εισέρχονταν έπρεπε να περάσουν από καθαγιασμό. Ο Κωνσταντίνος χρησιμοποίησε το μοντέλο της Βασιλικής για την κατασκευή των ναών, το σχέδιο που είχαν δηλαδή στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία τα δημόσια κτίρια όπως π.χ. τα δικαστήρια. Η αρχιτεκτονική των κτιρίων αυτών ήταν εκπληκτική στο να πετυχαίνει κάτι το πολύ σημαντικό: οι συμμετέχοντες στην λατρεία κάθονταν παθητικά, χωρίς να συμμετέχουν, για να παρακολουθήσουν μία τελετουργία. Ο βωμός στον ναό ήταν το πιο ιερό του σημείο και σε αυτόν είχαν πρόσβαση μόνο οι ιερείς. Εκεί βρίσκονταν τα οστά των αγίων και η θεία ευχαριστία. Σε έναν ιερό χώρο όπως αυτός λοιπόν μπορούσαν μόνο άγιοι άνθρωποι να μπουν. Σύντομα παρουσιάστηκαν και διαχωριστικά μεταξύ βωμού και του χώρου των κοινών πιστών. Επίσης διαμορφώθηκε και ειδικός χώρος για τους έχοντες ειδικά αξιώματα και εξουσίες, οι λεγόμενες καθέδρες.
Ακριβώς επειδή ο Κωνσταντίνος διατήρησε τον τίτλο του πρώτου σε ιεραρχία στην εκκλησία, μία απλή τελετή δεν ήταν αρκετή για έναν αυτοκράτορα. Έτσι η λειτουργία απέκτησε μια άλλη αισθητική. Τα κεριά και το λιβάνι που προπορεύεται των ιερέων το εισήγαγε ο Κωνσταντίνος και ήταν έθιμο που ίσχυε για τον αυτοκράτορα και τους έχοντες εξουσία. Επίσης οι ιερείς έπρεπε να ξεχωρίζουν πια από τον λαό και μέσα σε λίγα χρόνια φόραγαν ενδύματα εξίσου πολυτελή όσο ο αυτοκράτορας. Η λατρεία του Θεού καταδικάστηκε στο να είναι ένα θέαμα, μία παράσταση, στην οποία ο κόσμος δεν είχε καμία συμμετοχή.
Κατά τους επόμενους αιώνες η συγκεκριμένη αρχιτεκτονική του κτιρίου και τα έθιμα αυτά αποδόθηκαν στην Παλαιά Διαθήκη. Κάτι τέτοιο όμως είναι ψευδές, η ρίζα των ναών που βλέπουμε είναι άκρως παγανιστική. Μέχρι και η διεξαγωγή της μυστηριακής λατρείας έχει την πηγή της στα μυστήρια των παγανιστών της εποχής. Όλα τα περιγραφόμενα στην Παλαιά Διαθήκη τα αναφορικά με τον Ναό και τα τελετουργικά  βρήκαν το τέλος τους στον σταυρό του Χριστού. Η εκκλησία όπως την γνωρίζουμε στην Καινή διαθήκη δεν είναι το τερατούργημα που δημιούργησε ο Κωνσταντίνος. Η Εκκλησία της Καινής Διαθήκης είναι μη ιεραρχική, μη τελετουργική, ένας ζώντας οργανισμός πιστών ακόλουθων του Ιησού Χριστού.

Στους μετέπειτα αιώνες το κτίριο των ναών έλαβε διάφορες μορφές διατηρώντας όμως πάντα τον διαχωρισμό κλήρου και λαού. Οι γοτθικού ρυθμού ναοί είναι επίσης επηρεασμένοι από παγανιστικά στοιχεία. Εκεί βρήκαν εφαρμογές οι διδαχές του Πλάτωνα για την αλληλεπίδραση του φωτός, του ήχου και του χρώματος με την ψυχική διάθεση του ανθρώπου. Ο γοτθικός ρυθμός στέλνει ξεκάθαρα το μήνυμα "ο Θεός είναι μη προσεγγίσιμος".
Μέχρι και το καμπαναριό που συναντάμε σε πολλούς ναούς έχει την έμπνευσή του στους οβελίσκους της Αιγύπτου. Σε αυτό αργότερα προστέθηκαν οι καμπάνες που καλούσαν στους πιστούς σε λατρεία. Το καμπαναριό συμβόλιζε την ένωση ουρανού και γης. Έδινε το μήνυμα ότι μέσω της προσέλευσης στο κτίριο αυτό θα μπορούσες να προσεγγίσεις τον Θεό.

Στον προτεσταντικό κόσμο οι ιερές τράπεζες και οι βωμοί καταργήθηκαν και την κυρίαρχη θέση έλαβαν οι άμβωνες των οποίων όμως η προέλευση είναι εβραϊκή αφού τους συναντούμε στην συναγωγή. Ο άμβωνας είναι πάντα σε ψηλότερο σημείο από τους πιστούς. Και πάλι, ακόμη και σε αυτό το απλοποιημένο σχήμα, υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ του κήρυκα και του απλού πιστού. Το κήρυγμα δεν είναι συμμετοχικό αλλά ένας βολικός μονόλογος. Οι πιστοί κάθονται σε σειρές διατεταγμένες προς τον άμβωνα βλέποντας ο ένας την πλάτη του άλλου, και όχι ο ένας τον άλλον. Έτσι όλοι είναι αφοσιωμένοι στον κήρυκα και τα όσα αυτός λέει. Και αυτό είναι λογικό αφού στον Προτεσταντικό κόσμο κεντρικό σημείο κατέχει το κήρυγμα. Και πάλι όμως η μόνη συμμετοχή που έχει ο πιστός είναι κατά την διάρκεια της υμνωδίας. Αληθινή επαφή και συζήτηση μεταξύ πιστών δεν υπάρχει. Η λατρεία του Θεού έχει γίνει μία παθητική διαδικασία στην οποία λαμβάνουν μέρος οι πιστοί.
Αυτό που οφείλουμε να σκεφτούμε είναι ότι η Εκκλησία του πρώτου αιώνα δεν είχε ποτέ να κάνει με ένα κτίριο. Έχουμε εγκλωβιστεί σε ένα κτίριο το οποίο διαμορφώθηκε ως τρόπος και τόπος λατρείας από τον Κωνσταντίνο 1700 χρόνια πριν. Η αρχική Εκκλησία ήταν ένας ζωντανός οργανισμός, οι πιστοί λάμβαναν μέρος σε μία λατρεία όπου δεν υπήρχαν παθητικοί θεατές. Σε μία σύγχρονη εκκλησία πόσο προδιαθέτει το κτίριο έναν άνθρωπο να σηκωθεί όρθιος και να μιλήσει ώστε όλοι να τον ακούσουνε; Ακόμη πιο σημαντικό πρόβλημα είναι ότι το κτίριο και η προγραμματισμένη συνάθροιση σε αυτό ενέχει τον κίνδυνο του να θεωρήσει κάποιος ότι το χρέος προς τον Θεό έχει εκπληρωθεί για μια ολόκληρη εβδομάδα με την συμμετοχή στην λατρεία της Κυριακής. Μετά τις λίγες ώρες που αφιερώνουμε στον Θεό μπορούμε να συνεχίσουμε τις ζωές μας!!! Κάτι που δεν αποτελεί καν το μήνυμα του ευαγγελίου που μας καλεί να αφιερώσουμε όλη την ζωή μας στον Θεό. Το κτίριο όπως είναι διαρρυθμισμένο δεν επιτρέπει καν την κοινωνία των πιστών. Στην μεγαλύτερη πλειοψηφία τους οι πιστοί εισέρχονται σε έναν χώρο στον οποίο αλλάζουν χαρακτήρα, ψέλνουν προσεύχονται, λαμβάνουν μέρος στο δείπνο, ανταλλάσσουν τους τυπικούς χαιρετισμούς και το ίδιο επαναλαμβάνεται την επόμενη εβδομάδα. Βαθιά σχέση που να ευνοεί την ανάπτυξη μαθητείας, που να υλοποιεί το να εξομολογούμαστε  ο ένας στον άλλον για να γιατρευόμαστε απλά δεν υπάρχει και δεν καλλιεργείται.

Ένα τελευταίο πράγμα που αξίζει να σκεφτούμε είναι το κόστος που απαιτεί ένας κτίριο. Στην Αμερική μόνο, η αξία των κτιρίων των Εκκλησιών αγγίζει τα 230δις δολάρια. Το 18% από τα 60δις δολάρια των εισφορών στην εκκλησία πηγαίνουν για την συντήρηση των κτιρίων. Αυτό το γεγονός πρέπει να μας προβληματίζει. Αξίζει αυτό το κόστος για ένα κτίριο που χρησιμοποιείται για λιγότερο από 10 ώρες την εβδομάδα; Η πρώτη Εκκλησία έφερε τα πάνω κάτω στον κόσμο και δεν είχε ποτέ στην διάθεσή της κτίρια. Προσωπικά εγώ ως Αλέξανδρος αυτό το θεωρώ μέγα σφάλμα ειδικά όταν γνωρίζουμε πια στις μέρες μας, πόσοι φτωχοί και ανήμποροι άνθρωποι θα είχαν βοηθηθεί με ένα τέτοιο ποσό χρημάτων. Αξίζει να σκεφτούμε ότι αν επιστρέψουμε στην οργανική φύση της Εκκλησίας, με συναντήσεις κατ' οίκον όπως κάνανε οι πρώτοι Χριστιανοί, το 95% των χρημάτων που θα μαζεύαμε θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την διακονία της διάδοσης του ευαγγελίου, της βοήθειας όσων έχουν ανάγκη, κτλ.

Μήπως είναι καιρός να γυρίσουμε στις ρίζες μας και αντί να έχουμε μία παράσταση όπου το παίζουμε Χριστιανοί κάθε Κυριακή, να ακολουθήσουμε τον Χριστό και να ζήσουμε όπως έζησε και περπάτησε Αυτός επάνω στην γη;